Αθήνα πια. Αθήνα και πάλι. Μια Κυριακή με βροχή. Στο μπαλκόνι, κάτω από την τέντα, ακούω το τραγούδι της και νοσταλγώ τα βουνά μου. Που τα έζησα για τρία χρόνια μα δεν τα χόρτασα. Τώρα εκεί πάνω θα ετοιμάζεται να χιονίσει. Και κουκουρόχιονο και χιόνι κανονικό. Δε πα να κάνει ό,τι θέλει; Εγώ έτσι κι αλλιώς δε θα το δω. Και άλλη είναι η αγωνία και η σκασίλα μου. Μήπως χάσω και τις μνήμες. Της άλλης ζωής. Και πάρουν όλα πάλι το γκρίζο χρώμα του τσιμέντου...