Αυτή η μαγική στιγμή, στο Κάστρο της Αστροπαλιάς, συνέβη το καλοκαίρι του 1987. Ξημερώνοντας η επομένη του 15γουστου.
Ήταν το δεύτερο καλοκαίρι στο νησί. Και ο Λιαντίνης αργούσε να ανατείλει στη ζωή μου πέντε ακόμη χρόνια. Δε μου χρειάστηκε ένας Λιαντίνης για να ερωτευτώ τις ανατολές και να ακροαστώ τους ανέμους. Το Λιαντίνη τον γνώρισα μόλις το φθινόπωρο του 1992. Κι αφού πρώτα είχα μετωπική με το θάνατο.
Η Αστυπάλαια όμως συνέχιζε. Σταθερά και συνεχώς και μέχρι το καλοκαίρι του 2004. Χρόνοι δεκαοχτώ. Κι απέ απόκαμε η ψυχή μου. Και ο άνεμος άλλαξε...
Ανέμων πνεόντων την Ηχώ προσκύνει.
Το γνώριζα πια. Πως το είπαν οι Προσωκρατικοί. Δε χρειάστηκε όμως να το μαρτυρήσω και στους ανέμους. Ίδια φυσούν οι άνεμοι από τους χρόνους τους παλιούς και ως τώρα και ανάγκη δεν έχουν να τους πούμε εμείς τίποτα.
Και γνώριζα πια και τον άλλο άνεμο. Τον άνεμο και τον ποταμό... από το τελευταίο γράμμα του Λιαντίνη.
Το καλοκαίρι λοιπόν του 2005 δεν πήγα Αστυπάλαια. Με πρόλαβε αρχές του Ιούλη η εύρεση του σκελετού στον Ταΰγετο. Δεν ξέρω και δε νομίζω να είχε σχέση αυτό. Πάντως προτίμησα για διακοπές τα Κουφονήσια. Και το επόμενο καλοκαίρι την Ικαρία. Μετά την Πάρο και την Αντίπαρο, το καλοκαίρι του 2007. Το ίδιο καλοκαίρι που γράφτηκε και το "τάμα" στο κάστρο της Αστροπαλιάς...
Παράξενα χρόνια. Και σταματημένα. Οι άνεμοι δε φυσούσαν ή εγώ δεν άκουγα πια την ηχώ τους. Μόνο την καρδιά μου στις ακονόπετρες να χτυπά σαν καβαλάρης. Και η μαγεία; Ξέπνοη.
Θα έφταιξε, λέω, που δεν πήγαινα και στην Αστυπάλαια για την τόση νηνεμία και το "Φύσα αεράκι, φύσα με" - "Όχι, δε σε φυσώ!"
Τότε λοιπόν επιστρατεύθηκε ο Κάλχας. Εκ νέου. Και διέταξε, τι άλλο; θυσία και πάλι της Ιφιγένειας. Οποία έλλειψη πρωτοτυπίας!
Ποιος Οδυσσέας και ποιος Δούρειος ίππος; Ο Οδυσσέας, σε πληροφορώ, πώς όργωνε τις παραθιναλιές της Ιθάκης και έσπερνε αλάτι. Αν δεν ανέβαινε η Ιφιγένεια στο βωμό, ούτε με κιάλια δε θα την είχαν δει οι έλληνες την Τροία. Στην Αυλίδα θ' απόμεναν και κει θα σάπιζαν τα καράβια τους.
Βέβαια, ξέρεις, πως το μόνο που ζητούσαν οι θεοί ήταν να ανεβεί η κόρη στο βωμό. Και όχι τη ζωή της. Πολλών άλλων το αίμα έτρεξε, μα όχι της Ιφιγένειας. Πάντως το
"έι μάλα των ναυτών" αντιλάλησε στα πέλαγα. Κι αυτό ήταν το σημαντικό και το ζητούμενο. Για τα άλλα ποιος νοιάζεται;
Έτσι και τώρα, με τη νέα Ιφιγένεια εν Αυλίδι. Ακούστηκε και πάλι το τραγούδι, έστω και με τη σύγχρονη εκδοχή του:
"φύσα μαΐστρο δροσερέ"! Ναι! Αυτή είναι η πρόσφατη εκδοχή. Ούτε Τσιρίγο πια, ούτε Μονεμβασιά. Ούτε "με γαρίφαλα στο πέτο", ούτε Ελαφονήσι ούτε καν η γλυκιά μου Αστροπαλιά. Τι λέω;
Ό,τι θέλω λέω. Και τραγούδια λέω. Φτερό στον άνεμο γυναίκας μοιάζει. Δεν είμαι η Μαίρη Πόππινς εγώ. Ούτε και η Μαίρη Παναγιωταρά. Άργησα πολύ μα στο τέλος κατάλαβα ποια ακριβώς Μαίρη είμαι.
Το κείμενο για την Αστυπάλαια ήταν από τα πρώτα που έγραψα και ευχαριστήθηκα χαρά μεγάλη. Γιατί ήταν κείμενο δικό μου, καταδικό μου. Μιλούσε για μένα. Για τη δική μου αλήθεια. Όχι για την αλήθεια των άλλων.
"Να πάω βρε παλικάρι μου στην Τροία, μα όχι για την Ελένη του Μενέλαου ή όποιου άλλου. Να πάω για τη δική μου, κι ας μην τη λεν κι Ελένη. Χάθηκε ο κόσμος αν τη λένε ΑΡΣΙΝΟΗ; Ή, ακόμη, αν ΤΗΝ ΛΕΓΑΝΕ ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ;" Είμαι σίγουρη πως έτσι σκεφτόταν και ο Οδυσσέας τότε που έκανε ζαβολιές να μην τον αγγαρέψουν για την Τροία. Σκεφτόταν, κι ας μην τις είχε ακόμη γνωρίσει, την Κίρκη, την Καλυψώ, τη Ναυσικά. Μα να χαλαλίσει δέκα χρόνια στην Τροία για την Ελένη του αλλουνού; Για κορόιδο τον περνάτε κοτζάμ Οδυσσέα;
Ε, όταν και αν το καταλάβουμε πόση εμπειρία ζωής κρύβει τούτο, θα ξανακούσουμε και την ανεμόεσσα εντολή.
Και ίσως καταλάβουμε πως αν ο πολυμήχανος έσπερνε αλάτι, άλλοι και άλλες πιάνουν το αλάτι από το ράφι και στρώνονται στη μαγειρική όταν τους παραζορίζουν. Τι παρά θιν' αλός, τι να το ρίχνεις στο ταψί. Αλάτι το ένα, αλάτι και το άλλο.
Έτσι πέρασαν μερικά ακόμη χρόνια. Πότε σπέρνοντας αλάτι και πότε ρίχνοντάς το με τις χούφτες στους ανεπιθύμητους μουσαφίρηδες. Τι στο καλό; Μόνο ανέμους μάζευα δυο χρόνια στους ωκεανούς; Γεμάτα τα αμπάρια μου αλάτι δια πάσαν χρήσιν.
Ώσπου είδα κι απόειδα και το σκέφτηκα αλλιώς. Πως με τόσα βουνά αλάτι τριγύρω, δεν πρόκειται ποτέ να ταξιδέψω τη δική μου Οδύσσεια. Ούτε δρόμος μακρύς, ούτε δρόμος κοντός. Καθόλου δρόμος. Και όλοι οι δρόμοι κλειστοί.
Σελώνω τ' άλογό μου, ξεσελώνεται.
Κινάω για να φύγω, αστράφτει και βροντά.
Κι όταν γυρίζω πίσω, ήλιος, ξαστεριά.
Ξέρεις πόσες φορές τα τελευταία χρόνια σέλωσα και ξεσέλωσα το άλογο;
Με το που σήκωνα όμως το καμτσίκι, κι έλεγα αυτή τη φορά "φύγαμε", χραπ και με βούταγε κάποιος καθισμένος στα καπούλια. Κι εμείς "γι' αλλού κινήσαμε γι' αλλού και αλλού η ζωή μας πήγε".
Τον άγγελο
τον περιμέναμε προσηλωμένοι τρία χρόνια,
που 'γραψε κι ο Σεφέρης. Τρία χρόνια! Κι ας καταφέραμε ανάμεσα να ξαναπάμε στην Αστυπαλιά και
να σημάνουμε μία μία τις ώρες στο κάστρο της. Όλα στο βρόντο. Και όλα στα χαμένα. Μια κινούμενη άμμος κάτω από τα πόδια μου.
Γιατί τα γράφω τώρα όλα αυτά; Μα για να ξέρετε. Θέλω να το ξέρετε. Ότι όλους και όλα τα βαρέθηκα. Και έφτασα να πω άει σιχτίρ. Ως εδώ και μη παρέκει με την περιρρέουσα βλακεία. Ή και με την αφέλεια...
Γιατί την ώρα που έγραφα αυτές τις γραμμές, ντρινννννννν χτυπάει το τηλέφωνο. Και με ρώταγαν αν άκουσα την τάδε εκπομπή.
- Όχι, είπα. Δεν την άκουσα. Ξεχάστηκα γράφοντας.
- Για το Λιαντίνη;
- Όχι! Για μένα. Αυτή τη φορά γράφω για μένα.
Κι όχι γιατί βαρέθηκα το Λιαντίνη. Αλλά γιατί έχω κάθε δικαίωμα να γράψω κι εκείνα που αρέσουν σε μένα.
Κάποτε είπα το ίδιο πράγμα στους συνδικαλισταράδες. Πως παραιτούμαι και φεύγω, ως εδώ ήταν. Να μπει και κανένας νέος στο Διοικητικό.
- Σιγά, μου είπαν. Μη φύγεις εσύ!!!
Βλέπετε με είχαν "δεδομένη". Δεν ήξεραν ότι μια Μαίρη Πόππινς είναι δίπλα μου. Κι όταν αλλάζει ο άνεμος, κραπ, κάνει μία στην ομπρέλα, και φύγαμεεεεεεεεε.
Ο άνεμος που λέει: Έκανα το χρέος μου. Σειρά τώρα έχουν να το κάνουν και οι άλλοι.
Finito la musica,
passato la fiesta!Τα ίδια και με τη μετάθεση στην Ήπειρο. Κανείς πάλι δεν πίστευε ότι θα κάνω τέτοια "κουτουράδα".
- Σιγά μην παρατήσεις την Αθήνα!
Και όμως. Την παράτησα... Πόσο έμεινε; Ούτε τρεις μήνες... Μετά η Αθήνα τέλος.
Και λέω. Δε φεύγω για να φύγω. Φεύγω γιατί άλλαξε ο άνεμος. Κι ας μην τον ακούτε ακόμη...
Η Μαίρη Πόππινς είναι πάλι εδώ. Ναι, θα πάρουμε στο μεγάλο σάκο της και τα βιβλία του Λιαντίνη. Και πολλά ακόμη βιβλία. Αλλά για να τα διαβάζουμε όποτε μας κάνει κέφι. Και να γράφουμε ακόμη, αλλά όποτε μας κάνει κέφι.
Όσο πιο γρήγορα το καταλάβετε όλοι αυτό, τόσο το καλύτερο.
Και θα θυμίσω πως δεν ξέχασα έρωτας κατά Λιαντίνη τι σημαίνει... Ειδικά στην παράμετρο του πόνου...
Αλλά τότε; τι;
ανέμων πνεόντων την Ηχώ προσκύνει!