HOMA EDUCANDUS
Θέλετε να αντιδράσετε στο μήνυμα; Φτιάξτε έναν λογαριασμό και συνδεθείτε για να συνεχίσετε.


HOMA EDUCANDUS - Φόρουμ φιλοσοφίας, παιδείας, πολιτικής και ναυτιλίας!
 
ΠΟΡΤΑΛ ΛΙΑΝΤΙΝΗΣΦόρουμΠόρταλLatest imagesΔΙΟΠΤΕΥΣΕΙΣΠΟΛΥΦΩΝΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟΕικονοθήκηΕγγραφήΣύνδεση

 

 Ανδρέας Μήτσου: Όλοι οι ήρωές μου είμαι εγώ!

Πήγαινε κάτω 
2 απαντήσεις
ΣυγγραφέαςΜήνυμα
Admin
Admin
Admin


Αριθμός μηνυμάτων : 800
Registration date : 30/10/2007

Ανδρέας Μήτσου: Όλοι οι ήρωές μου είμαι εγώ! Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: Ανδρέας Μήτσου: Όλοι οι ήρωές μου είμαι εγώ!   Ανδρέας Μήτσου: Όλοι οι ήρωές μου είμαι εγώ! Icon_minitimeΠαρ Οκτ 13, 2023 12:47 am

Ανδρέας Μήτσου:  «Όλοι οι ήρωές μου είμαι εγώ ο ίδιος»

09 Οκτ. 2023 19:48

Κρίστυ Κουνινιώτη

Η γραφή του σε αιχμαλωτίζει, σε μαγνητίζει και σε παρασύρει στον μαγικό του κόσμο, όπου ανακαλύπτεις, κάθε φορά, σεντούκια γεμάτα θησαυρούς, που καταλαγιάζουν την αναγνωστική σου δίψα. Το ίδιο συμβαίνει και με τη νέα συλλογή των 19 έξοχα πλεγμένων διηγημάτων του «Ο καουμπόης του Αλίμου» (εκδ. Καστανιώτη), με αφορμή την οποία ο Ανδρέας Μήτσου μιλάει στην «Π».


Στα διηγήματα της συλλογής σας, το παρελθόν συναντά το παρόν, φέρνοντας στην επιφάνεια μνήμες, συναισθήματα -άσβεστα. Ποια η επιδίωξή σας μέσω αυτού του συναπαντήματος;

Είναι ένα τυχαίο, όσο και αναπότρεπτο συναπάντημα. Εξεγείρονται απροσδόκητα μνήμες και συναισθήματα και τότε εσύ πρέπει να καταπνίξεις αυτήν την εξέγερση, την επικίνδυνη ανταρσία εναντίον σου. ΓιΆ αυτό μετέρχεσαι χίλια δύο «κόλπα». Γίνεσαι ηθοποιός, χορευτής, παλιάτσος, γητευτής. Χρειάζεται να κατευνάσεις το παρελθόν, να το μεταπλάσεις, να του δώσεις τη δυνατότητα να αποκτήσει μια νέα ζωή στον παρόντα χρόνο, όπου, ατυχώς για σένα, επανεμφανίστηκε απρόσκλητο. Ετσι θα αποφύγεις, ίσως, την ανυπόφορη ήττα και συντριβή σου. Μόνο όταν το παρελθόν μεταλλαχθεί σε συμπονετικό παρόν, μπορείς προσωρινά κι εσύ να ησυχάσεις.


Παράλληλα, γινόμαστε μάρτυρες του ανταμώματος στις σελίδες σας ηρώων παλιότερων βιβλίων σας. Από ποια ανάγκη σας προέκυψε η εκ νέου «συνομιλία» σας;

Καλά τους είχα στριμώξει, τους «ήρωές» μου σε δέκα μυθιστορήματα και άλλα τόσα διηγήματα, πίστευα πως είχα ξεμπερδέψει μαζί τους και ησύχασα. Αλλά να Άτοι που ξεπετάγονται πάλι μπροστά μου και μου ζητούν εξηγήσεις. Οσο και να τους έχεις σκεπάσει με τόνους λέξεις και εικόνες, οι ήρωές σου αναδύονται άτρωτοι και απαιτούν από σένα μια νέα ζωή, ένα καινούργιο ρόλο τους, μιας κι όλοι οι ρόλοι εξαντλούνται κάποτε. Είναι η σκληρή μάχη με τον παλαιότερο εαυτό, μια διαρκής απόπειρα απαγκίστρωσης από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό του. Από μόνα τους, δηλαδή, επανεμφανίστηκαν τα παλιά πρόσωπα των διηγήσεών μου και μου έφεραν μεγάλη δυσφορία, με εξανάγκασαν σε μια νέα αντιπαράθεση μαζί τους.

Υπάρχει κάποιος/α εξ αυτών με τον οποίο/α νιώθετε πιο δεμένος, που κρατάτε πιο ζωντανό/ή μέσα σας;

Ολοι οι ήρωές μου είμαι εγώ ο ίδιος. Με διαφορετικές, κάθε φορά, μορφές, με άλλες μάσκες και μεταμφιέσεις. Πότε ντύνομαι ένα πιο βολικό προσωπείο για να κρυφτώ, πότε ξεγελιέμαι και δείχνω καθαρότερα το πρόσωπό μου. Ο,τι επιχειρώ με όλα αυτά, να τρυπώσω ξανά στην τύρβη των δικών μου «απόκρεω», να ξαναγίνω ο μασκαράς που δεν θα μπορείτε να με αναγνωρίσετε. Γιατί ένα παιχνίδι, ένα «κρυφτό» παίζουμε ο ένας με τον άλλον και προπαντός με τον ίδιο τον εαυτό μας. Ο θάνατος, η αποκαθήλωση του εαυτού, συντελείται όταν επισυμβεί η απόλυτη αποκάλυψη και το ξεγύμνωμά του, αφού σωστά πιστεύουμε πως έχουμε όλοι κάτι πολύτιμο να κρύψουμε, γιΆ αυτό «παίζουμε», επιχειρούμε διαρκώς συνταυτίσεις, φοράμε ξένα ενδύματα και στολές και όλο επαναλαμβάνουμε ενδόμυχα: «ψάξε, ψάξε, δεν θα το βρεις» (το δικό μας πολύτιμο ορυκτό).


Ανθρωποι μεταμορφώνονται σε αγελάδες, καλπασμοί συνταράσσουν την οδό Καλαμακίου, ένας ζωγραφισμένος τσαγκάρης γίνεται πηγή έρωτα… Ξεχειλίζουν από φαντασία τα διηγήματά σας. Ποιο σας βασάνισε περισσότερο και τι είναι αυτό που σας παιδεύει, κυρίως, όταν καταπιάνεστε με μια ιστορία -μικρή ή μεγάλη;

Η καθημερινότητα συστήνει το απλό, το απολύτως φανερό. Αυτήν την καθημερινότητα επιχειρώ να διακρίνω και να διαχειριστώ, με συστολή, ελπίζω, και τόλμη. Γιατί αλλιώς θα με συντρίψει. Το προφανές είναι τόσο κοντά στα μάτια μας, που μας εμποδίζει να το δούμε. Το άμεσο, μας ακυρώνει και μας αφοπλίζει, για να το δούμε πρέπει να καταβάλουμε ακριβό τίμημα. Ο,τι με παιδεύει δηλαδή, είναι η ένταση του κάθε βιώματός μου, όσο πιο επώδυνο το βίωμα, τόσο πιο οδυνηρή η αποτύπωσή του.

Στην «Τελευταία ελπίδα» παρομοιάζετε έξοχα τη γένεση μιας ιστορίας με τη λειτουργία ενός ακορντεόν. Σήμερα, μετρώντας πλούσιο και βραβευμένο έργο, πώς θα χαρακτηρίζατε τη σχέση σας με τη γραφή;

Προσπαθώ να «βγάλω» με τη γραφή, να γεννήσω, έναν ανεπαίσθητο ήχο, έναν αναστεναγμό, έναν τρυφερό ψίθυρο. Ετσι θα αναθαρρέψω, έτσι θα παρηγορηθώ και θα ενθαρρύνω ίσως κάποιον άλλον, τον αναγνώστη μου. «Πιάνω, στίβω ένα λεμόνι, βρίσκω την αγάπη μέσα», λέει το ηπειρώτικο τραγούδι. Ετσι στίβομαι, αν έχει χυμούς «το λεμόνι», αν βγάλει αγάπη, άλλος θα το διαπιστώσει.

Πώς ήταν ο Ανδρέας Μήτσου παιδί; Τι θα έλεγε ο ενήλικας σΆ εκείνον τον πιτσιρικά που τα έβαλε με ένα σαλάχι 300 κιλών, μεταφορικά, και παρότι μεγάλωσε «ακόμα απορεί»;

Θα του έλεγα να μη μεγαλώσει ποτέ, να παραμείνει παιδί κι αυτό επιχειρώ ΚΙ ΕΓΩ γράφοντας, να επιστρέψω στην παιδική μου ηλικία. Γιατί είναι πράγματι να απορείς, πώς μεγαλώνουμε, έχοντας αφήσει για την επόμενη ζωή να αναστηθούμε, ενώ μας παρουσιάστηκε κάποτε αυτή η στιγμή.

Κι αν είχατε απέναντί σας μια παρέα παιδιών ασυγκίνητων απέναντι στα  βιβλία, με ποιο «ξόρκι» θα ξυπνούσατε το ενδιαφέρον τους;

Ολα τα πολύτιμα για σένα τα ανακαλύπτεις από μόνος σου, δεν χρειάζεται να σου τα δείξει ο άλλος. Ο ίδιος αναγνωρίζεις εκείνο που θα σε σώσει. «Ποιος θεός σε καταράστηκε, όλο μες στα βιβλία, όλη την ώρα να γράφεις», φώναζε λυπημένη για μένα η μάνα μου. Κατάρα ή ευλογία, ειλικρινά δεν ξέρω να απαντήσω.

Κι αν είχατε απέναντί σας μια παρέα παιδιών ασυγκίνητων απέναντι στα βιβλία, με ποιο «ξόρκι» θα ξυπνούσατε  το ενδιαφέρον τους;

Ολα τα πολύτιμα για σένα τα ανακαλύπτεις από μόνος σου, δεν χρειάζεται να σου τα δείξει ο άλλος. Ο ίδιος αναγνωρίζεις εκείνο που θα σε σώσει.

«Ποιος θεός σε καταράστηκε, όλο μες στα βιβλία, όλη την ώρα να γράφεις», φώναζε λυπημένη για μένα η μάνα μου. Κατάρα ή ευλογία, ειλικρινά δεν ξέρω να απαντήσω.



https://pelop.gr/andreas-mitsou-oloi-oi-iroes-mou-eimai-ego-o-idios/?fbclid=IwAR1jlN5qKCUaetT-XNaltkMYJBqWpEVr1mebS1TeHDDpxHw85bpJSk0pGrc
Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
http://educandus.blogspot.com/
ΔΑΝΑΗ
Admin
ΔΑΝΑΗ


Αριθμός μηνυμάτων : 8144
Registration date : 30/10/2007

Ανδρέας Μήτσου: Όλοι οι ήρωές μου είμαι εγώ! Empty
ΔημοσίευσηΘέμα: Απ: Ανδρέας Μήτσου: Όλοι οι ήρωές μου είμαι εγώ!   Ανδρέας Μήτσου: Όλοι οι ήρωές μου είμαι εγώ! Icon_minitimeΠαρ Δεκ 29, 2023 1:38 am

Παράθεση :
https://www.facebook.com/mitsou.andrea/posts/pfbid022ptGPAMux32d6CqYQ3eVGiYoRuwBNkEi1MBAEqWqxEKirx9VVqdxm6ibsR8EAV4Yl

Ένας κακός άνθρωπος

ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΜΗΤΣΟΥ


Και η πιο ασήμαντη στιγμή μπορεί να σου αποδείξει πως δεν είσαι καλός άνθρωπος. Ας μην το Άχεις αμφισβητήσει, ας μην το Άχεις ποτέ διανοηθεί αυτό. Και η πιο ασήμαντη στιγμή μπορεί να σε αναποδογυρίσει. Να σε ρίξει στο χώμα.

Να κοιτάζεις ψηλά τον ουρανό σαν νάναι η πρώτη φορά και να βλέπεις πως είναι απέραντος. Νάσαι πεσμένος κάτω, ανήμπορος, και να ζητάς βοήθεια. Ίδια όπως ο κουτσός γέρος με τις κίτρινες σαγιονάρες, ο γέρο γιατρός. Φαρδύς – πλατύς ανάσκελα πάνω στα βότσαλα, στην άκρη μιας έρημης θάλασσας, να καλεί σε βοήθεια, να με ικετεύει να τον σηκώσω, κι εγώ να ξεμακραίνω αργά. Ύαινα που κατέφαγε ολόκληρο το θήραμά της και αποχωρεί κορεσμένη.

Το πώς κουτσάθηκε ο γιατρός, λίγο με νοιάζει. Εξάλλου τάχει τα χρόνια του – και χίλια ακόμα άλλα κουσούρια θα κουβαλάει πάνω του –.

Καθώς απομακρύνομαι από κοντά του προσπαθώ να υπολογίσω την ηλικία του. Εγώ στα δεκαέξι, όταν αυτός, όσο και να μην ήτανε, σαράντα θα ήτανε. Είκοσι πάντως χρόνια σίγουρα μου έριχνε, αφού και ο ίδιος κοντεύω πια τα εβδομήντα. «Να δεις που θα σκαρφάλωσε στα ενενήντα το καθίκι», αναφωνώ έκπληκτος. «Κακό σκυλί ψόφο δεν έχει», επαναλαμβάνω την συνηθισμένη ατάκα, και νιώθω ντροπή, γιατί τα σκυλιά τΆ αγαπάω.

Όμως, τι χάλευε, τι γύρευε, νύχτα στην άκρη της θάλασσας, παρά θινΆ αλός, στην ατέλειωτη παραλία της Σεργούλας, αυτό το καθίκι;» «Από δω θα Άναι, από δω κοντά θα κατάγεται, από την Ερατεινή,το πιο πιθανό».

Μιλάω δυνατά με τον εαυτό μου, μπορεί και για να μην ακούω τις εξασθενημένες κραυγές του για βοήθεια.

«Και τέτοια ώρα, δέκα η ώρα το βράδυ, στην ερημιά, μόνος με τις σαγιονάρες, χειμώνα καιρό; Θα πάσχει από άνοια, θα ξεχνάει, αυτός σίγουρα ξεχνάει, δεν τον έπιασε τώρα, στα τελειώματα, ο ρομαντισμός. Θα ξέφυγε απΆ τους δικούς του και περιπλανιέται. Μα καλά, δεν έχει κανέναν να τον νοιάζεται, να τον φροντίζει;» συνεχίζω να μονολογώ ακόμα πιο δυνατά:

«Χέστηκα», απαντώ στον εαυτό μου. «Χέστηκα», και τον αναγκάζω να σωπάσει.

Φεύγω πολύ χαρούμενος μακριά, ανεμίζω το λάφυρό μου, την περίτεχνη μαγκούρα του, που του την απέσπασα βίαια, προτού τον ρίξω κάτω. Απομακρύνομαι βιαστικά, ξεμακραίνω, και δεν ακούω άλλο τις απελπισμένες κραυγές του. Λες να πεθάνει; Ας πεθάνει.

Υπέροχος θάνατος για ένα καθίκι. Πάνω στα λαμπερά βότσαλα, πλάι στο κύμα, στην έρημη θάλασσα, να τον νανουρίζει, και όσο περνάει η ώρα να φουσκώνει με τον μαΐστρο, νΆ αγριεύει. Να γίνεται το ιδεατό σκηνικό, ακόμα και για ένα καθίκι. Ίσως αργότερα να το πάρει το κύμα το πτώμα του, να το παρασύρει στα βαθειά νερά του Κορινθιακού, του Κορινθιακού με τα δυνατά ρεύματα, τις αμέτρητες ρουφήχτρες και τα πεινασμένα σκυλόψαρα.

¶γιος Παντελεήμων, λεγόταν η κλινική του ΙΚΑ, στην Αγησιλάου, κοντά στην πλατεία Κουμουνδούρου, δίπλα στα μπουρδέλα. Ήταν η μόνη και πιο φθηνή κλινική που βρήκαμε να εφημερεύει στην Αθήνα Φόραγε μια λευκή, λερωμένη με ξεραμένα αίματα ιατρική μπλούζα.

Εμένα με είχε δέσει σφιχτά σε παλιά καρέκλα που έτριζε. Στα χέρια μού έδωσε να κρατώ μια τσίγκινη, σκουριασμένη λεκάνη –νεφροειδές, έτσι λέγεται αυτό το ιατρικό σκεύος από το σχήμα του που μοιάζει με νεφρό–.

«Όταν θα σου πω να φτύσεις, θα φτύσεις», είπε αυστηρά ο γιατρός.

Έπαιζε ο Παναθηναϊκός με τον Πανιώνιο, στον τελικό κυπέλλου Ελλάδος, του 1966. Είχε την ολοκαίνουργια τηλεόραση URANYA ανοιχτή στη διαπασών. ΜΆ ανοιχτό κι εγώ το στόμα, και μΆ ένα τεράστιο ψαλίδι στηριγμένο στα μπροστινά μου δόντια, περίμενα. Είχε περάσει με το ψαλίδι κάποια ράμματα μέσα στο λαιμό μου, είχε μισοκόψει τις αμυγδαλές – δεν ξέρω τι ακριβώς έκανε – και μετά με παράτησε.Παρακολουθούσε με αγωνία, προσηλωνόταν στο παιγνίδι. Με είχε ξεχάσει.

Πονούσα πολύ – είχε βάλει ελάχιστη ποσότητα αναισθητικού – και ξαφνικά έγινε το πέναλτι. Κάποιος ηλίθιος αμυντικός έκανε πέναλτι.
Οι παίχτες του Πανιωνίου το αμφισβητούσαν έντονα, και ο γιατρός, βλαστημούσε συμφωνώντας μαζί τους. Διαμαρτύρονταν πως δεν ήταν πέναλτι, το εξηγούσε σε κάποιον αόρατο συνομιλητή του και προσπαθούσε απεγνωσμένα να τον πείσει για το άδικο, το άδικο σε βάρος των μικρών ομάδων, και προπαντός, το φοβερό άδικο που συνέβαινε σΆ αυτόν τον ίδιο. Κι εμένα μΆ είχε παρατήσει με το στόμα ορθάνοιχτο. Να τρέχουν σάλια και αίματα, να έχει γεμίσει, τόσο που δε μπορούσα άλλο να κρατηθώ και άρχισα να βήχω ασταμάτητα.

Ήρθε κοντά μου κι έσπρωξε βίαια το κεφάλι μου προς τη λεκάνη.

Το πίεζε, το κρατούσε από πάνω της ακίνητο. Ξερνούσα αίματα και πράσινα υγρά, και τότε ακριβώς χτυπήθηκε το πέναλτι και μπήκε γκολ, κι αυτός παραφρόνησε: τραβούσε τα μαλλιά του, μούντζωνε ψηλά το Θεό, βογκούσε, υπέφερε.

Αλλά εγώ δεν άντεχα άλλο. Τεντώθηκα, έτσι όμως ήμουνα δεμένος, η σάπια καρέκλα έγειρε πρώτα πίσω, μετά έπεσε αυτόματα μπροστά, και με την άκρη του τακουνιού μου πάτησα, μΆ όση δύναμη είχα, τα δάχτυλα του ποδιού του, – φορούσε σαγιονάρες, με εγχείριζε με κίτρινες σαγιονάρες – πήρε μισή στροφή, σήκωσε το χέρι και με την ανάστροφη μού κατάφερε φοβερό μπάτσο στο πρόσωπο. Αστραποβόλησε ο τόπος γύρω μου.

Ήταν τόσο δυνατό το χτύπημα που αναπήδησε επανειλημμένα το βαρύ ψαλίδι πάνω στα δόντια μου και έσπασε τα δυο μικρά – τάχω από τότε κουρούτικα, πιο κοντά, από τΆ άλλα –. Γέμισαν τα μάτια μου δάκρυα, ένας πίδακας αίμα εκτοξεύτηκε προς το γιατρό, μου Άπεσε από τα χέρια η τσίγκινη λεκάνη και κατρακυλούσε με ανατριχιαστικό θόρυβο πάνω στο ασπρόμαυρο μωσαϊκό.

ΜΆ έβρισε χυδαία το καθίκι, πανικόβλητο μην του χαθώ μέσα στο χειρουργείο κι έχει μπελάδες, άρπαξε από κάτω τη λεκάνη, μου την έχωσε ανάμεσα στα δεμένα χέρια, και χραπ, μου έκοψε και τις δυο αμυγδαλές με το τεράστιο ψαλίδι.

Ήταν ο πόνος αφόρητος: «Δεν θα τον ξεχάσω ώσπου να πεθάνω».

Αυτόν τον αμείλικτο όρκο εκδίκησης έδωσα στον εαυτό μου εκείνη την στιγμή. Κανένα πλάσμα δεν πρέπει να περάσει τέτοιον πόνο.

«Φτύσε», ούρλιαξε. Έφτυσα την μία μετά την άλλη τα δύο χοντρά μύγδαλα. Γέμισε το στόμα μου, παραλίγο να πνιγώ. Ήταν τεράστιες, πρησμένες, οι αμυγδαλές μου.

Πώς βρέθηκα σε λευκό, σιδερένιο κρεβάτι, σΆ έναν άδειο θάλαμο, δεν θυμάμαι. Δυο μέρες αργότερα με πήραν από τη φοβερή κλινική, πήγα στο σπίτι μου. Έμεινα πολύ καιρό στο κρεβάτι με υψηλό πυρετό, έτρωγα πάγους από το ψυγείο, παγωτά, είχα συχνές αιμορραγίες. Με Άτρεχε ο πατέρας μου μέσα στη νύχτα στο «Πρώτων Βοηθειών». Κανείς γιατρός δεν του λεγε τίποτε. Του το κρύβανε. Κοιταζόντουσαν μεταξύ τους, κοιτάζανε μετά εμένα με οίκτο. Με οίκτο και ενοχή.

Αλλά κι εγώ δεν του είπα κουβέντα. Ήξερα πως θα τον σκότωνε τον γιατρό. Με υπεραγαπούσε ο πατέρας μου.

Ούτε σΆ άλλον κανένα ανέφερα ποτέ αυτό το περιστατικό.

Τόσα χρόνια νόμιζα πως το Άχα ξεχάσει. Πως είχε κλείσει το τραύμα, πως είχε επουλωθεί η πληγή.

Όπως και δεν είπα τίποτε για τον γέρο, που τον έριξα κάτω, και τον άφησα αβοήθητο να πεθάνει μόνος πλάι στη φουρτουνιασμένη θάλασσα, χειμώνα καιρό, παραμονή Χριστουγέννων, για τον γέρο που είμαι σίγουρος, που είμαι απολύτως σίγουρος, πως ήτανε ο γιατρός με τις κίτρινες σαγιονάρες.

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω
http://educandus.blogspot.com/
 
Ανδρέας Μήτσου: Όλοι οι ήρωές μου είμαι εγώ!
Επιστροφή στην κορυφή 
Σελίδα 1 από 1
 Παρόμοια θέματα
-

Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτήΔεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης
HOMA EDUCANDUS :: HOMA EDUCANDUS :: ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ-
Μετάβαση σε: