Βασίλης Κουφολιάς Θα ζει για πάντα στις καρδιές εκείνων που τον γνώρισαν.
Χτες βράδυ έκανε
το στερνό ταξίδι της επιστροφής στην πατρίδα. Ο πατέρας και η μητέρα του, τραγικές φιγούρες, να φέρνουν πίσω το παλικάρι τους για να το αποθέσουν στην αγκαλιά της πατρικής γης. Κι έπειτα στην Ιταλία και πάλι. Δίπλα στο άλλο τους παιδί, που γλίτωσε σαν από θαύμα.
Σκέφτομαι αυτό το κορίτσι. Την αδερφή του. Που γλίτωσε από τις πλάκες της πολυκατοικίας. Και θα κουβαλάει για πάντα μια ταφόπλακα στην καρδιά. Να μην τυχαίνουν σε ανθρώπους τέτοιοι καημοί. Μόνο σε όσους δε χτύπησε η συμφορά την πόρτα αδυνατούν να καταλάβουν τι σημαίνει να χάνεις έτσι, στα ξαφνικά, έναν δικό σου. Κι εσύ να είσαι δίπλα. Εσύ να γλιτώνεις κι εκείνος όχι.
Θα μου πεις, όπως και αν έρθει ο θάνατος είναι το πιο πικρό ποτήρι της ζωής μας. Έτσι είναι. Για μερικούς όμως είναι πικρότερο και αβάσταχτο.
Άκουγα προχτές έναν πατέρα, έναν ακόμη έλληνα γονιό, που το παιδί του βρέθηκε στο σημείο μηδέν. Εγκλωβισμένος στα ερείπια. Και με το κινητό στο χέρι. Πήρε από κει τον πατέρα του για να του πει: "Πατέρα, πεθαίνω."
Νομίζω εκείνο το παλικάρι πρέπει να γλίτωσε. Ο Βασίλης όχι. Όμως ο τρόμος φώλιασε σε χιλιάδες καρδιές. Και δύσκολα θα ξεριζωθεί. Και αν...
Σας λέω, αυτά τα πράγματα μόνο αν τα ζήσεις τα καταλαβαίνεις και τα νιώθεις. Τι είναι να ακουμπάς το θάνατο. Κουβαλάς για πάντα στο πετσί σου το άγγιγμά του. Κατσικώνεται στο σβέρκο σου και πια μόνος σου δε θα ξαναβρεθείς, στον ύπνο και στον ξύπνιο.
Και να μην τύχει σε άνθρωπο ανέτοιμος να φτάσει σε τέτοια στιγμή. Γιατί τότε σαλτάρει το μυαλό και το βάρος σε λιώνει και σε διαλύει.
Μόλις την περασμένη βδομάδα είδα ένα άλλο από τα παιδιά μας να συγκλονίζεται. Και χωρίς σεισμό. Εκεί δεν ήταν Εγκέλαδος, ήταν η κακιά αρρώστια. Στην κολλητή. Και μόλις στα είκοσι. Κρίμα και το ένα κορίτσι, κρίμα και το άλλο. Και κρίμα όλοι μας, με τέτοια τραγική μοίρα που μας γράφτηκε. Γεννήθηκες; Το μόνο βέβαιο είναι πως θα πεθάνεις.
Και να μιλάτε, έλεγε ο καημένος ο Δάσκαλος, στα παιδιά για το θάνατο. Αλλά πόσοι το κάνουμε; Τους μαθαίνουμε χίλιες δυο βλακείες άχρηστες και τα αφήνουμε στην τύχη τους και στην ατυχία έρμαια για το μεγαλύτερο πρόβλημα. Το πρόβλημα των προβλημάτων. Το θάνατο.
Είναι που κι εμείς το ίδιο ανέτοιμοι στεκόμαστε. Με παρωπίδες. Και είναι γι' αυτό που η ζωή μας όλη πάει κατά διαόλου και "κατά Ισραήλ" που έγραψε ο Λιαντίνης.
Τελευταία μέρα σήμερα των μαθημάτων. Και στα είθισται ο ομαδικός εκκλησιασμός των μαθητών. Πρώτη φορά τα Πρωτάκια μου στην εκκλησία με το σχολείο. Κι ο παπάς; Μέσα στα νεύρα. Παιδιά είναι. Θα κάνουν και φασαρία. Μα πώς τα αντιμετωπίζεις, εσύ ο μεγάλος; Εσύ που ξέρεις, και πρέπει να ξέρεις, ποια τραγική μοίρα τα περιμένει, όπως όλους μας. Εσύ που υποτίθεται είσαι ο αρμόδιος να τους μάθεις ότι δική τους, των παιδιών, είναι η βασιλεία των ουρανών... Και εκπροσωπείς - υποτίθεται εκπροσωπείς - κάποιον που έλεγε: Άφετε τα παιδία ελθείν προς με...
Ήθελα να σηκωθώ και να του το φωνάξω, εκείνη την ώρα που από άμβωνος τα μάλωνε... Σαν μιάσματα και παρείσακτα - πού; Στο μαγαζάκι του ή στο σπίτι το δικό τους;
Εγώ όμως δεν είμαι της εκκλησίας. Και δεν είναι δική μου δουλειά να διορθώσω τα κακώς της κείμενα. Θεωρώ πως δεν είναι καν δουλειά μου να συνοδεύω εκεί τους μαθητές. Μα εκεί υπάρχει ο νόμος που ορκίστηκα να τον τηρώ, είτε συμφωνώ είτε διαφωνώ.
Κι έπειτα ο παπάς - που δεν κατάφερε φυσικά να ησυχάσει τα παιδιά και που ουδόλως με ενδιαφέρει να εξηγήσω το γιατί... νομίζω ούτε κι εκείνον αλλιώς θα είχε βρει τον τρόπο - έπιασε να μας μιλά γιατί άλλο; Για τον Γρηγόριο τον Ε΄... Σαν σήμερα θαρρώ τον απαγχονίσανε;
Βλέπεις που σου λέω; Λίγα χιλιόμετρα πιο πέρα, όσο η Νέα Σμύρνη από την Ελευσίνα, άταφος ακόμη ο Βασίλης. Ο Βασίλης που θα μπορούσε να είναι ο χτεσινός μας μαθητής. Και ο κάθε μαθητής μας στην ίδια λίστα γραμμένος. Όλοι του θανάτου...
Κι εκατοντάδες ακόμη συνάνθρωποι περιμένουν να αναγνωριστούν και να κηδευτούν. Κάπου 300 νεκροί. Και άλλοι που χαροπαλεύουν. Πόσο μακριά είναι η Ιταλία από την Ελλάδα; Και πόσα δικά μας παιδιά βρέθηκαν εκεί; Πόσα άλλα εκτός από την αδελφή του Βασίλη παραμένουν σε νοσοκομεία της Ιταλίας; Γι' αυτούς όμως ούτε λέξη. Μια προσευχή έστω για όσους χαροπαλεύουν...
Δε με νοιάζει το θεολογικό. Το ανθρώπινο και μόνο. Η ευαισθησία η ανθρώπινη μπροστά στον πόνο του διπλανού μας. Κι εδώ είτε μας αρέσει είτε όχι είναι η στάση μας μπρος στο θάνατο που κανονίζει τα πάντα. Το ύπατο ψέμα για τη μεταθανάτια ζωή. Αυτό το ψέμα που θολώνει την κρίση μας και γάγγραινα γίνεται της ζωής μας.
Και η ομαδική παράκρουση. Οι λαμπρές ετοιμασίες για τον οβελία... Ο παραλογισμός να γιορτάζεις την ανάσταση του θεού σου, που και Αμνό του Θεού τον αποκαλείς, σουβλίζοντας αληθινά αρνάκια...
Πόσο ψέμα και πόσες διαστρεβλώσεις και πόσες προλήψεις...
Κι έπειτα σαν ο θάνατος θερίσει τα δικά μας "αρνάκια" ψάχνουμε να βρούμε στήριγμα και απάντηση και πόρο στις απορίες... Πώς; Πρεσβείαις του Γρηγορίου του Ε΄;;;
Είναι για τούτο η καρδιά μας εγκλωβισμένη στην Aquila. Κι εκεί θα μείνει. Να αφουγκράζεται την τελευταία κραυγή της αγωνίας. Του Βασίλη και τόσων άλλων.
Και είναι για τούτο που η ζωή μας θα συνεχιστεί. Ακριβώς γιατί ξέρουμε πως υπάρχει θάνατος. Και χωρίς θάνατο δεν υπάρχει ούτε ζωή.
Αργότερα στην τάξη μίλησα στα μικρά μου για το Όρος των Ελαιών και για το Γολγοθά. Όσο η ηλικία τους επιτρέπει και επιβάλλει. Να ξέρουν τουλάχιστον πως δίχως θάνατο ανάσταση δεν υπάρχει. Και να ξέρουν πως ο καθένας χρωστάει να ανεβεί το δικό του Γολγοθά. Να πονέσει και να κλάψει πολύ μέχρι να κάνει τον κόσμο να γελά.
Και μόνο τότε θα ξεχνάει τον Γρηγόριο τον Ε΄ όταν νωπό ακόμη είναι το αίμα τόσων αδικοχαμένων. Μόνο τότε θα καλεί σε προσευχή για ένα άταφο παλικάρι που θα μπορούσε να είναι και δικό μας παιδί. Και τότε, μόνο τότε, τα παιδιά είμαι σίγουρη πως θα σώπαιναν χωρίς κανείς να τους το ζητήσει.