Κυριακάτικο πρωινό. Μήνες μετά...
Ξαναγυρνώ σε τούτη τη δημοσίευση που τυχαία άνοιξα πάλι. Μα τίτλος είναι αυτός; Για τις ωραίες σου σκέψεις! Βεβαίως και γράφτηκε για τις ωραίες σκέψεις κάποιου ή κάποιας, αυτό δεν αλλάζει. Όμως αναρωτιέμαι αν κι εκείνος για τον οποίο γράφτηκε, διάβασε τούτη την απάντηση;
Όπως και να έχει, σήμερα κάποιος άλλος έγραψε κι εκείνος ΩΡΑΙΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ. Κι έχουν, νομίζω, κάποια σχέση με όσα γράφτηκαν εδώ. Τίτλος:
ΤΟ ΑΙΝΙΓΜΑ ΤΟΥ ΗΧΟΥ. Συγγραφέας ο
Σωτήρης. Μέλος κι εκείνος της ίδιας παρέας που πριν μήνες περιδιάβηκε τον
Ηριδανό.
Ήταν όμορφα εκείνη τη μέρα. Ελπίζω σύντομα να τα καταφέρουμε να ξαναβρεθούμε όλοι μαζί. Να συνεχίσουμε το ωραίο ταξίδι.
Ξέρετε, θέλω να σας το πω και δημόσια. Είστε πολύτιμοι όλοι σας για μένα. Μια μικρή παρέα που ταξιδεύει στο διαδίκτυο και καταφέρνει ο ένας να συνυπάρχει με τον άλλο παρά τις διαφορές σε ηλικία, φύλο, ασχολία...
Τι είναι αυτό που μας ενώνει; Νομίζω πως τελικά, παρά τις εξωτερικές διαφορές, υπάρχει κάποιος κρυφός μουσικός ήχος που συντονίζει τα βήματά μας. Κρατήστε τον παρακαλώ. Και με αφορμή το αριστούργημα που έγραψε σήμερα ο Σωτήρης, κρατήστε τον ακόμη και σιωπώντας. Αναγκάζομαι να δω πως και η σιωπή είναι μουσική. Όπως καιρό τώρα βλέπω σιωπηλά να μένουν τα πιο μικρά μας και όμως να είναι πάντα παρόντα.
Δε θα ξαναπιέσω κανέναν να μιλήσει. Λάθος μου. Το αναγνωρίζω. Και με την ευκαιρία αφιερώνω σε όλους κάτι που από καιρό ήθελα να κάνω. Με αφορμή εκείνη τη μέρα στον Ηριδανό:
ΗΡΙΔΑΝΟΣΠοτάμι στον ουρανό σε τύλιξε και σε μαστιγώνει.
Τι να γίνεται τάχατες στο Αιγαίο!
Αστράφτει ακόμα η γύμνια της θάλασσας;
Κελαϊδούν τα πουλιά στις πράσινες δεντροστοιχίες των βυθών;
Ποιος παίρνει την αρμύρα της δίψας σου με δύο φτερά στους ορίζοντες,
με μια χαρούμενη φρίκη στα πυρωμένα μπράτσα του ήλιου και τη φέρνει ως εδώ
στων δασών την ομίχλη και το μουρμουρητό του ξένου.
Στη Νάξο, πέρα κει στις αλαργινές γειτονιές των χρωμάτων,
στους ατελείωτους δρόμους της θάλασσας και της θύμισης.
Νιώθω τη φτέρνα σου γυμνή απάνου στην καυτή άμμο
που κάτωθέ της γλυστράει και φεύγει
καθώς ο μαΐστρος στο χνούδι του χεριού σου.
Ένα θρόισμα μνήμης στο ζαλισμένο κοχύλι των αυτιών σου.Βλέπω άερινη τη σιλουέττα σου με κινήματα θεληματικά
να χωνεύει στο πύρωμα του μεσημεριού
όπως το κρύο νερό λυώνει και λύνεται στην αγκαλιά του ήλιου.
Περπατάς στα βήματα της παλιάς Αριάδνης
με την αναμονή που όλο και πιο βαθειά σε κυριεύει.
Συντροφιασμένη την απουσία του αναμενόμενου θεού.
Εκείνου του κισσοστεφανωμένου αλήτη
που έφτασε κάποτε να σ' ανεβάσει στ' αστέρι.
Και να μιλήσει μαζί σου στα μεθυσμένα χαλίκια του
καλοκαιριού. Στα κεντητά σπαθάκια των πεύκων.
Ύστερα σε δίπλωσε ο λεβάντες στο σπειρωτό
χιτώνα της βιάσης του και σ' έφερε ως την Κέρκυρα.
Αξεδίψαστη πάντα
δακρυσμένη ανάμεσα σε χίλια ευλογημένα χαμόγελα.
Εδώ ήταν που με πρόφταξες να σε καρτερώ
ακουμπισμένος στη ράχη του σούρουπου.
Κρατώντας στα χέρια
τον ήσυχο περίπατο των πορτοκαλιών και δέκα ελεγεία της βροχής.
Με βρήκες και με κράτησες να σου μιλώ με τις ώρες
την πικρή ιστορία των βοσκών. Άκουσε τα βήματα του θεού, τα περιστέρια που πετούν πιο ψηλά απ' τον τρόμο τους
και το πολύ κανόνισμα στα κάστρα του θανάτου.
Νυχτοφυλακίες, του σπουργίτη σύνεση, ρεσάλτα των ανέμων.
Τριγυρίζεις δίπλα μου με σκισμένο το γέλιο σου
με το ρούχο σου πάνω απ' τα γόνατα,
καθώς οι αρχαίες νύφες, που σκηνώναν στις πηγές των νερών και τραγουδούσαν.
Έτσι συντελείς το θάμα της μεταμόρφωσης.Και γίνεται ο άλικος πόθος κίνηση στα μακρυά σου δάχτυλα.
Φωνή στο μουσικό σου ξύλο. Καθισμένη σε βλέπω να παίζεις,
να μερεύεις τ' αγρίμια και να ξαγριεύεις τα ζώδια.
Ύστερα αποκοιμίζεις τον Ύπνο στις ανοιχτές σου παλάμες.
Ώρα που οι καταρράχτες της νύχτας
γίνονται σιωπηλοί γαλαξίες.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΙΑΝΤΙΝΗΣ - ΩΡΕΣ ΤΩΝ ΑΣΤΡΩΝ (32 - 33 )
Αφιερωμένο εξαιρετικά σε όλη την παρέα των φίλων που συνταξιδεύουν μήνες τώρα στο καραβάκι του HOMA EDUCANDUS. Και σε κείνους που στιγμές στιγμές αλητεύουμε στις όχθες του Ηριδανού και σε όσους νοερά συντροφεύουν τα βήματά μας.
Λέω λοιπόν να αλλάξω τίτλο στο θέμα. Να ταιριάξει με το αφιέρωμα. Να ταιριάξει και με τόσα που μας ενώνουν. Θα ταίριαζε ίσως κάτι που να μιλάει για τον Ηριδανό. Μα θα προτιμήσω έναν άλλο στίχο του αγαπημένου μας Λιαντίνη:
Στα βήματα της παλιάς Αριάδνης
Να τα ακούμε και να αφουγκραζόμαστε ένα θρόισμα μνήμης στο ζαλισμένο κοχύλι των αυτιών μας. Κι έτσι, σιωπηλοί, πώς αλλιώς; να συντελούμε το θάμα της μεταμόρφωσης. Ο καθείς με τα όπλα του και όσο του γράφτηκε...
Σας φιλώ και σας καλημερίζω
___________
ΥΓ. Κι οφείλω εδώ να ευχαριστήσω ιδιαίτερα τη ΦΩΤΕΙΝΗ. Γιατί εκείνη
ανακάλυψε το ξεχασμένο κοχύλι σε ώρα που το αναζητούσα...